Αρκτούρος: O Προστάτης της Αρκούδας στην Ελλάδα
Ο μη κερδοσκοπικός οργανισμός ιδρύθηκε το 1992, με αποστολή να βάλει ένα τέλος στην αιχμαλωσία, τον βασανισμό και τη θανάτωση αρκούδων. Παλιότερα ήταν αρκετά συνηθισμένο να συναντήσει κανείς αρκούδες χορευτές, που είτε είχαν αιχμαλωτιστεί σε νεαρή ηλικία είτε είχαν γεννηθεί στην αιχμαλωσία, να περιφέρονται αλυσοδεμένες στα χωριά σαν εξημερωμένα τέρατα, προκαλώντας τα βλέμματα των περαστικών. Δυστυχώς, αυτή η πρακτική συνεχίζεται μέχρι και σήμερα σε ορισμένα σημεία της Νότιας Ευρώπης, ενώ η συνεχιζόμενη καταδίωξη αυτού του άγριου και τόσο όμορφου είδους το έχει οδηγήσει σχεδόν σε αφανισμό.
Η ομάδα του Αρκτούρου αναλαμβάνει την περίθαλψη αρκούδων που ζούσαν σε αιχμαλωσία, έχουν κακοποιηθεί ή έχουν βρεθεί τραυματισμένες, από όλη τη Βαλκανική χερσόνησο, με σκοπό την επανένταξή τους στο φυσικό τους περιβάλλον. Όπως τα ορφανά αρκουδάκια, έτσι κι αυτές, δεν γνωρίζουν πώς να επιβιώσουν στη φύση, οπότε φιλοξενούνται στον εκτενή χώρο του καταφυγίου, που βρίσκεται κοντά στο παραδοσιακό χωριό του Νυμφαίου. Οι αρκούδες που αναρρώνουν και δείχνουν σημάδια ότι μπορούν να τα καταφέρουν μόνες τους αφήνονται και πάλι ελεύθερες στη φύση. Εάν έχετε υπάρξει μάρτυρας σε μια σκηνή «απελευθέρωσης», θα τη θυμόσαστε για μια ζωή.
Το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος (ΙΣΝ) στηρίζει τον Αρκτούρο με δωρεά για την επέκταση του περιφραγμένου χώρου του καταφυγίου, όπου οι αρκούδες που φιλοξενεί κινούνται ελεύθερες, καθώς επίσης για την ενίσχυση της ιατρικής περίθαλψης που τους παρέχεται και τη βελτίωση της προσβασιμότητας του καταφυγίου. Επισκέπτες έρχονται από κοντά αλλά και μακριά για να δουν αυτά τα εντυπωσιακά ζώα, προσφέροντας οικονομική υποστήριξη για τη φροντίδα τους. Το ξέσπασμα της πανδημίας και τα μέτρα περιορισμού των μετακινήσεων για τον έλεγχό της είχαν ως συνέπεια σημαντική μείωση των εσόδων του Αρκτούρου, σε μια περίοδο που, υπό άλλες συνθήκες, θεωρείται αιχμής. Ωστόσο, ο οργανισμός ήταν σε θέση να ανταπεξέλθει, απευθύνοντας έκκληση για υποστήριξη. Η ανταπόκριση του κόσμου ήταν εντυπωσιακή, σε μια οικονομικά δύσκολη περίοδο για τους περισσότερους, αποδεικνύοντας τη δύναμη που έχουμε να επιφέρουμε αλλαγές, εάν ο καθένας μας συνδράμει από το πόστο του. Και αυτός ακριβώς είναι ο τρόπος που εμείς οι άνθρωποι μπορούμε να σώσουμε τη φύση.
Κατά τη διάρκεια των μέτρων περιορισμού και της γενικευμένης παύσης των ανθρώπινων δραστηριοτήτων, έγινε πολύ λόγος σχετικά με τη φύση και την υποτιθέμενη ανάρρωσή της. Αλλά χρειάζεται κάτι πολύ περισσότερο από αυτό. Θα πρέπει ο σεβασμός μας απέναντι στη φύση να ενσωματωθεί σε κάθε πτυχή της καθημερινότητάς μας: στον τρόπο που ζούμε, στον τρόπο που παράγουμε και στον τρόπου που καταναλώνουμε.
Η προστασία του περιβάλλοντος δεν αφορά την απουσία διαχείρισης και το να αφήσουμε τη φύση μόνη της να πάρει τον δρόμο της. Έχουμε κάνει πολλά βήματα μπροστά για να κάνουμε τώρα πίσω. Άλλωστε, στο παρελθόν τα πράγματα δεν ήταν τόσο ιδανικά όσο τα φανταζόμαστε. Προστασία του περιβάλλοντος δεν σημαίνει ότι πρέπει να δίνουμε προτεραιότητα στην άγρια πανίδα και χλωρίδα σε σχέση με τους ανθρώπους. Σημαίνει ότι πρέπει να αναγνωρίσουμε ως βασικές μας ανάγκες επιβίωσης τον καθαρό αέρα, το πόσιμο νερό και μια αξιοπρεπή διαβίωση για όλους. Σημαίνει ότι πρέπει να μάθουμε να συμπεριφερόμαστε με σεβασμό σε κάθε μορφή ζωής. Αφορά, τέλος, τη συνετή διαχείριση του πλανήτη από εμάς, αξιοποιώντας όλα τεχνολογικά μέσα που έχουμε πλέον στη διάθεσή μας, γιατί μόνο εμείς έχουμε τη νοημοσύνη και την ευαισθησία να τα καταφέρουμε.
Κατερίνα Τριανταφύλλου,
Διεύθυνση Δωρεών, ΙΣΝ